22 Δεκεμβρίου 2014

Λύση της Ο.Ε. με δικαστική απόφαση εξαιτίας »σπουδαίου λόγου» / Σε τι συνίσταται ο »σπουδαίος λόγος»
Ν. 4072/2012 και δυνατότητα αποκλεισμού εταίρου αντί για λύση της Ο.Ε.
Περίληψη: Ομόρρυθμη εταιρία – Λύση με δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος – Εκκαθάριση – Αποκλεισμός εταίρου -. Ο σπουδαίος λόγος κρίνεται κατά τις περιστάσεις και σε συνάρτηση με τη γενικότερη οργάνωση της συγκεκριμένης εταιρίας. Η ύπαρξή του θα πρέπει να έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και σημαντικές επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία της εταιρίας. Αυτές οι επιπτώσεις είναι απαραίτητο να παρουσιάζουν το στοιχείο της μονιμότητας και να μην έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Επίσης, ο σπουδαίος λόγος πρέπει κατά βάση να αναφέρεται στις σχέσεις της εταιρίας και όχι στο πρόσωπο των εταίρων, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση τα προσωπικά στοιχεία παίζουν πρωτεύοντα ρόλο. Περιστατικά που συνιστούν σπουδαίο λόγο. Αν οι εταίροι δεν έχουν συμφωνήσει διαφορετικά, τη λύση της εταιρίας ακολουθεί το στάδιο της εκκαθάρισης, κατά το οποίο εφαρμόζονται, ελλείψει ειδικότερης ρύθμισης, οι διατάξεις των άρθρων 777 επ. ΑΚ για την εταιρία. Αν δεν υπάρχει άλλη συμφωνία των εταίρων, η εκκαθάριση διενεργείται από όλους τους εταίρους, οι οποίοι ενεργούν από κοινού και καλούνται πλέον εκκαθαριστές. Αν οι εταίροι δεν συμφωνούν στο πρόσωπο του εκκαθαριστή, ο κάθε εταίρος έχει δικαίωμα να ζητήσει από το Δικαστήριο τον διορισμό του εκκαθαριστή. Διατυπώσεις διορισμού δικαστικού εκκαθαριστή. Αν συντρέχει στο πρόσωπο ενός εταίρου περιστατικό που θα δικαιολογούσε τη λύση της εταιρίας κατ” άρθρο 259 παρ. 1 περ. δ” ν. 4072/2012, το Μονομελές Πρωτοδικείο μπορεί, ύστερα από αίτηση των λοιπών εταίρων, αντί της λύσης της εταιρίας, να διατάξει τον αποκλεισμό του εταίρου (άρθρο 263 ν. 4072/2012). Οι εταιρικές υποχρεώσεις, η παράβαση των οποίων παρέχει το δικαίωμα αποκλεισμού του εταίρου, εφόσον υπάρχει υπαιτιότητα ως προς την παράβαση, είναι δυνατόν να επιβάλλονται από την εταιρική σύμβαση ή τον νόμο.
ΜονΠρΘεσ 4842/2013
Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου εισάγονται: 1) η με αριθμό κατάθεσης 28180/2012 αίτηση των: 1) … του …, 2) … του … κατά του … του … και 2) η με αριθμό κατάθεσης 21774/2012 αίτηση του … του … κατά των: 1) … του …, 2) … του …, οι οποίες πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν λόγω της συνάφειας που υπάρχει μεταξύ τους, λαμβανομένου υπόψη ότι διεξάγονται ανάμεσα στους αυτούς διαδίκους, δικάζονται με την ίδια διαδικασία και με τη συνεκδίκασή τους αφενός μεν διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης, αφετέρου δε επέρχεται μείωση των εξόδων αυτής (άρθρα 31, 246 και 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ).
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 249, 259, 294, όπως ισχύουν, σύμφωνα με το άρθρο 330 ν. 4072/2012 (ΦΕΚ Α 86/11.4.2012), συνάγεται ότι η ομόρρυθμη εταιρία λύεται με δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος. Η δικαστική λύση της εταιρίας για σπουδαίο λόγο αφορά τόσο την εταιρία αορίστου όσο και την ορισμένου χρόνου. Λαμβάνοντας υπ” όψιν την αρχή της διατήρησης της επιχείρησης και δεδομένου ότι προβλέπεται και δικαίωμα εξόδου του εταίρου, σύμφωνα με το άρθρο 261 του ως άνω νόμου, το δικαίωμα δικαστικής λύσης της εταιρίας συνιστά έσχατο μέσο αντιμετώπισης της κατάστασης που ανέκυψε με τη συνδρομή του σπουδαίου λόγου και εγείρεται, επομένως, μόνο σε περίπτωση που δεν ανευρέθη άλλος τρόπος άρσης του αδιεξόδου. Ο σπουδαίος λόγος κρίνεται κατά τις περιστάσεις και σε συνάρτηση με τη γενικότερη οργάνωση της συγκεκριμένης εταιρίας. Αυτή η οργάνωση θα αποτελεί τον κύριο οδηγό για την εκτίμηση της σοβαρότητας της κατάστασης που δημιούργησε ο επικαλούμενος σπουδαίος λόγος. Η ύπαρξή του θα πρέπει, πάντως, να έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και σημαντικές επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία της εταιρίας. Αυτές οι επιπτώσεις είναι απαραίτητο να παρουσιάζουν το στοιχείο της μονιμότητας και να μην έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Εξάλλου, ο σπουδαίος λόγος πρέπει, κατά βάση, να αναφέρεται στις σχέσεις της εταιρίας και όχι στο πρόσωπο των εταίρων, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα προσωπικά στοιχεία παίζουν πρωτεύοντα ρόλο. Περιστατικά που συνιστούν σπουδαίο λόγο είναι, υπό το πρίσμα των νέων διατάξεων που επικεντρώνουν στην οπτική της εμπορικής επιχείρησης, φορέας της οποίας είναι το νομικό πρόσωπο της εταιρίας, παρά στον προσωποπαγή συμβατικό εταιρικό δεσμό, η κακή πορεία των εταιρικών υποθέσεων και η έλλειψη κερδών, η αθέτηση των εταιρικών υποχρεώσεων και η κακή διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων.
Επιπλέον, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 249 και 268 του ν. 4072/2012, αν οι εταίροι δεν έχουν συμφωνήσει διαφορετικά, τη λύση της εταιρίας ακολουθεί το στάδιο της εκκαθάρισης, κατά το οποίο εφαρμόζονται, ελλείψει ειδικότερης ρύθμισης στο παρόν κεφάλαιο, οι διατάξεις του αστικού κώδικα για την εταιρία, ήτοι οι διατάξεις των 777 επ. ΑΚ. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 778 ΑΚ, αν δεν υπάρχει κάποια άλλη συμφωνία των εταίρων, η εκκαθάριση διενεργείται από όλους τους εταίρους, οι οποίοι ενεργούν από κοινού και καλούνται πλέον εκκαθαριστές. Εάν όμως οι εταίροι δεν συμφωνούν στο πρόσωπο του εκκαθαριστή, ο κάθε εταίρος έχει δικαίωμα να ζητήσει από το Δικαστήριο τον διορισμό του εκκαθαριστή. Εξάλλου, το δικαστήριο οφείλει να προβεί στον διορισμό εκκαθαριστή ή εκκαθαριστών, χωρίς να δεσμεύεται από τα πρόσωπα, τα οποία προτείνει ο αιτών εταίρος (ΑΠ 1363/1998 ό.π., ΕφΑθ 3248/2010 ΔΕΕ 2010.1303, Εφθεσ 599/2007 Αρμ 2007.1521, ΕφΠατρ 415/2003 ό.π.). Ως εκκαθαριστές μπορούν να διοριστούν ένας ή περισσότεροι από τους συνεταίρους ή, συνηθέστερα, τρίτα προς την εταιρία πρόσωπα, που να έχουν ειδικότητα για τη διεξαγωγή της εκκαθαρίσεως και να είναι αμέτοχα στις προστριβές και διενέξεις των συνεταίρων (ΕφΑθ 3248/2010 ό.π., ΕφΠειρ 1096/1995 ΔΕΕ 1996.267). Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 263 του ως άνω νόμου, αν συντρέχει στο πρόσωπο ενός εταίρου περιστατικό που θα δικαιολογούσε τη λύση της εταιρίας σύμφωνα με την περίπτωση δ” της παραγράφου 1 του άρθρου 259, το Μονομελές Πρωτοδικείο μπορεί, ύστερα από αίτηση των λοιπών εταίρων, αντί της λύσης της εταιρίας, να διατάξει τον αποκλεισμό του εταίρου. Οι εταιρικές υποχρεώσεις, η παράβαση των οποίων παρέχει το δικαίωμα αποκλεισμού του εταίρου, εφόσον υπάρχει υπαιτιότητά του ως προς την παράβαση αυτή, είναι δυνατόν να επιβάλλονται από την εταιρική σύμβαση ή το νόμο (ΑΠ 585/2004, ΔΕΕ 2004.1271). Τέλος, αντικείμενο αναγνωριστικής αγωγής μπορεί ν” αποτελέσει μόνο η αναγνώριση της ύπαρξης ή ανυπαρξίας εννόμου σχέσεως (άρθρο 70 ΚΠολΔ), δηλαδή βιοτικής σχέσης του προσώπου που αναφέρεται σε άλλο πρόσωπο ή πράγμα και ρυθμίζεται από το εξ” αντικειμένου δίκαιο. Δεν μπορούν, συνεπώς, ν” αποτελέσουν αντικείμενο αναγνωριστικής αγωγής, γιατί δεν είναι έννομες σχέσεις, η βεβαίωση απλών πραγματικών γεγονότων, η διαπίστωση νομικών γεγονότων και ο νομικός χαρακτηρισμός τους, η λύση αφηρημένων νομικών ζητημάτων κλπ. (ΠολΠρΑθ 506/1994, Δ/νη 1995.892). Στην προκείμενη περίπτωση, στην υπό στοιχείο α” αίτηση, οι αιτούντες εκθέτουν ότι αυτοί και ο καθού η αίτηση είναι οι μοναδικοί ομόρρυθμοι εταίροι της αναφερόμενης στην αίτηση εταιρίας, ότι στο πρόσωπο του καθού η αίτηση συντρέχουν περιστατικά που συνιστούν υπαίτια παράβαση των εταιρικών υποχρεώσεων, ήτοι οι διαρκείς διαφωνίες για τον, επιπλέον των τριάντα συναπτών ετών, παγιωμένο τρόπο λειτουργίας της επιχείρησης και διαχείρισης των υποθέσεων του καταστήματος και ζητούν για τους αναφερομένους σε αυτή σπουδαίους λόγους, να αποκλειστεί ο καθού από την εταιρία και να καταδικαστεί ο καθού στα δικαστικά τους έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η αίτηση αρμοδίως καθ” ύλην και κατά τόπον φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (αρθ. 739 επ. ΚΠολΔ), είναι δε επαρκώς ορισμένη, απορριπτόμενης αντίστοιχα της ένστασης αοριστίας των καθών η αίτηση και νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 263 και 294 παρ. 1 ν. 4072/2012. Πρέπει, επομένως, να εξεταστεί περαιτέρω κατ” ουσία. Περαιτέρω, στην υπό στοιχείο β” αίτηση, όπως παραδεκτά διορθώθηκε με δήλωση που καταχωρίστηκε στα πρακτικά και με τις κατατεθείσες προτάσεις του, ο αιτών εκθέτει ότι είναι εταίρος της αναφερόμενης στην αίτηση εταιρίας, διάρκειας αορίστου χρόνου, της οποίας οι λοιποί συνεταίροι είναι οι καθών η αίτηση, ότι οι τελευταίοι ενεργούν κακόπιστα και καταχρηστικά ως προς τα εταιρικά ζητήματα, καθιστώντας επαχθή για τον αιτούντα την εξακολούθηση της λειτουργίας της εταιρίας, και ζητά να αναγνωρισθεί ότι τα εκτιθέμενα στην αίτηση περιστατικά συνιστούν σπουδαίο λόγο λύσεως της ως άνω ομόρρυθμης εταιρίας, να διαταχθεί η λύση αυτής, να τεθεί σε κατάσταση εκκαθάρισης, να διοριστεί από το Δικαστήριο ως εκκαθαριστής ο … κάτοικος Λαγκαδά, άλλως ο … , οικονομολόγος, κάτοικος θεσσαλονίκης, και να καταδικαστούν οι καθών στα δικαστικά του έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η αίτηση αρμοδίως καθ” ύλην και κατά τόπον φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθ. 739 επ. ΚΠολΔ), και είναι νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 249, 259, 268 και 294 παρ. 1 ν. 4072/2012, 777 και 778 ΑΚ, πλην του αιτήματος αναγνώρισης της ύπαρξης σπουδαίου λόγου για τη λύση της εταιρίας, το οποίο είναι μη νόμιμο και ως εκ τούτου απορριπτέο, διότι δεν έχει ως αντικείμενο την αναγνώριση της υπάρξεως ή ανυπαρξίας μιας εννόμου σχέσεως, αλλά το περιεχόμενό του αφορά απλώς στη διαπίστωση από το δικαστήριο ότι ορισμένα γεγονότα συγκροτούν τη νομική έννοια του σπουδαίου λόγου, σύμφωνα και με τα προαναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Πρέπει, επομένως, η υπό στοιχείο β” αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να εξεταστεί περαιτέρω κατ” ουσία. Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων, ενός από κάθε πλευρά, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από τη με αριθμό 507/12.2.2013 ένορκη βεβαίωση των μαρτύρων … και … ενώπιον της Ειρηνοδίκη θεσσαλονίκης που επικαλείται και προσκομίζει ο αιτών στην β” αίτηση, με πρωτοβουλία του οποίου έγινε, και από όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν κι επικαλούνται οι αιτούντες, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει του από 5.12.1979 ιδιωτικού συμφωνητικού, το οποίο δημοσιεύτηκε νόμιμα στα βιβλία εταιριών του Πρωτοδικείου θεσσαλονίκης με α.α. …/5.12.1979, συστάθηκε η ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «…». Η διάρκεια της εταιρίας ορίστηκε αορίστου χρόνου και έδρα αυτής το κατάστημα επί της οδού … στη θεσσαλονίκη. Εν συνεχεία, το καταστατικό της εταιρίας τροποποιήθηκε δυνάμει των … Κατά την τελευταία τροποποίηση εισήλθε στην εταιρία ο καθού στην α” αίτηση και αιτών στη β” αίτηση, ενώ ταυτόχρονα ορίσθηκε ότι, δυνάμει του άρθρου 4 του καταστατικού, διαχειριστής της εταιρίας θα είναι ο πρώτος των αιτούντων στην α” αίτηση … , ενώ ταμίες της εταιρίας ορίζονται όλοι οι ομόρρυθμοι εταίροι, πλην όμως απαιτείται ομοφωνία των εταίρων για τη λήψη αποφάσεων επί εταιρικών υποθέσεων και ειδικότερα για τη διεύθυνση εσωτερικής λειτουργίας της εταιρίας. Κατόπιν των ανωτέρω τροποποιήσεων, η εταιρία φέρει πλέον την επωνυμία «… Ο. Ε.», έχει ως έδρα το κατάστημα επί της οδού …, στη θεσσαλονίκη και ομόρρυθμα μέλη αυτής τους αιτούντες και καθών σε αμφότερες τις αιτήσεις, με ποσοστά 33,34% ο πρώτος των αιτούντων στην α” αίτηση, 33,33% ο δεύτερος των αιτούντων στην α” αίτηση και 33,33% ο καθ” ου στην Α” αίτηση και αιτών στη β” αίτηση. Σκοπός της εταιρίας, από τη σύστασή της έως τη συζήτηση των κρινόμενων αιτήσεων, είναι η παρασκευή και πώληση εδεσμάτων και προσφορά οινοπνευματωδών ποτών με λειτουργία καταστήματος εστίασης επί της προαναφερόμενης έδρας της επιχείρησης. Από τη σύσταση της εταιρίας, είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής το ωράριο λειτουργίας της, σύμφωνα με το οποίο το κατάστημα εστίασης είναι ανοικτό προς το κοινό μόνο τις καθημερινές ενώ παραμένει κλειστό τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες. Τούτο διότι κατά τους αρχικούς ιδρυτές της επιχείρησης προείχε η ποιότητα ζωής των συνεταίρων και του προσωπικού του καταστήματος από την εργασία στα πλαίσια εξαντλητικών ωραρίων με σκοπό το κέρδος. Επιπλέον, από τη σύσταση της εταιρίας, το σύστημα είσπραξης των εσόδων της εταιρίας λειτουργούσε με την εγκατάσταση πέντε ταμείων, τα οποία τηρούν οι τρείς ομόρρυθμοι εταίροι και δύο υπάλληλοι της επιχείρησης, ενώ στο τέλος της ημέρας οι εισπράξεις αποδίδονται στον διαχειριστή, ο οποίος εκκαθαρίζει αυτές και αποδίδει τα εισπραττόμενα κέρδη στα ομόρρυθμα μέλη της εταιρίας. Όλα τα παραπάνω, τα οποία αποτελούσαν την πρακτική λειτουργίας της εταιρίας, ήταν γνωστά από τον καθού στην α” αίτηση και αιτούντα στην β” αίτηση, προ της εισόδου του στην εταιρία, στις 5.8.2009, διότι ο πατέρας αυτού … , ήταν ομόρρυθμο μέλος και διαχειριστής της εταιρίας από τη σύσταση της και ο οποίος μεταβίβασε την εταιρική του μερίδα στον υιό του. Επομένως, κατά την είσοδό του στην εταιρία τελούσε σε γνώση και αποδέχθηκε την πρακτική λειτουργίας αυτής. Ήδη όμως, από την έναρξη της συμμετοχής του στην εταιρία διαφώνησε ρητά με τους λοιπούς συνεταίρους του ως προς το ωράριο αυτής και τον τρόπο λειτουργίας του ταμείου. Ειδικότερα, ζήτησε την αλλαγή του ωραρίου ώστε να λειτουργεί η επιχείρηση με συνεχόμενο ωράριο καθημερινά αλλά και τα Σαββατοκύριακα και αργίες, ώστε να αυξηθούν τα κέρδη αυτής, ενώ ως προς τον τρόπο λειτουργίας του ταμείου ζήτησε τη λειτουργία της ταμειακής μηχανής «με μάρκα» ώστε να ελέγχονται οι εισπράξεις από όλους τους συνεταίρους. Τις προτάσεις του αυτές απέρριψαν κατηγορηματικώς οι λοιποί συνέταιροι αυτού και αιτούντες στην α” αίτηση. Οι προτάσεις αυτές του καθού στην α” αίτηση συνιστούν ορθές και τεκμηριωμένες επιχειρηματικές προτάσεις, οι οποίες δεν βλάπτουν την πορεία των εταιρικών υποθέσεων, διότι ήδη στην περιοχή, όπως προέκυψε και από τις καταθέσεις των μαρτύρων, έχουν ανοίξει, από το τέλος του έτους 2009 και έπειτα, πολλές ανταγωνιστικές επιχειρήσεις εστίασης, οι οποίες λειτουργούν κατά τις ημέρες και ώρες που η επιχείρηση των διαδίκων, παραμένει κλειστή, με αποτέλεσμα την απώλεια κερδών της επιχείρησής τους, ενώ το επιχείρημα που προβάλουν οι αντίδικοί του σε αντίκρουση της πρότασης αυτής ότι θα αυξηθεί δυσανάλογα το λειτουργικό κόστος της επιχείρησης, με αποτέλεσμα να υποστεί ζημίες, ελέγχεται ως αναπόδεικτο. Επιπλέον, η εγκατάσταση συστήματος ελέγχου στις ταμειακές μηχανές θα εξασφαλίσει τη διαφάνεια στον έλεγχο του ταμείου της εταιρίας, λαμβανομένης υπ” όψιν της ύπαρξης πέντε ταμείων είσπραξης των κερδών, χωρίς να αποβαίνει σε βάρος της, διότι η επικαλούμενη από τους αιτούντες «καχυποψία» στις σχέσεις των εταίρων με τους υπαλλήλους της εταιρίας πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, καθώς οι τελευταίοι δεν έχουν δικαίωμα επί των κερδών της εταιρίας. Επομένως, η συμπεριφορά του καθού στην α” αίτηση δεν συνιστά υπαίτια παράβαση των εταιρικών υποχρεώσεών του και δεν συντρέχει σπουδαίος λόγος για τον αποκλεισμό του από την εταιρία. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ακόμη ότι, αν και οι προτεινόμενες αλλαγές στη λειτουργία της επιχείρησης από τον αιτούντα στην β” αίτηση αξιολογήθηκαν από το Δικαστήριο ως επιχειρηματικά ωφέλιμες, δεν έγιναν αποδεκτές από τους καθών στη β” αίτηση και λοιπούς συνεταίρους του αιτούντος. Η άρνησή τους αυτή να συμπράξουν στις προτάσεις του αιτούντος βρίσκει έρεισμα τόσο στην παγιωμένη και επιτυχημένη πρακτική λειτουργίας της επιχείρησης επί τριάντα και πλέον έτη όσο και στον ρητό όρο του άρθρου 4 του καταστατικού, κατά τον οποίο απαιτείται ομοφωνία για τη διεύθυνση εσωτερικής λειτουργίας της επιχείρησης και, επομένως, σε περίπτωση διαφωνίας των συνεταίρων, ακολουθείται η υφιστάμενη κατάσταση. Δεν αποδείχθηκε, δε, κακοβουλία και εχθρική συμπεριφορά από τους καθών προς τον αιτούντα στη β” αίτηση, καθώς συνεχίζει να έχει καθημερινά παρουσία στην επιχείρηση και να διατηρεί ταμείο είσπραξης των κερδών, ενώ οι όποιες έριδες δημιουργήθηκαν, αφορούσαν το χρονικό διάστημα μετά από την άσκηση της αιτήσεως για τη λύση της εταιρίας, οπότε οι σχέσεις μεταξύ των εταίρων είναι πλέον τεταμένες και επομένως είναι παροδικές. Ακόμη αποδείχθηκε ότι πρόκειται για υγιή και κερδοφόρα επιχείρηση, με μακρά πορεία στον χώρο της εστίασης και ευρύ κύκλο πελατών, η οποία ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις προς τρίτους, απασχολεί δεκαπέντε εργαζόμενους και από την οποία εισπράττουν κέρδη όλοι οι εταίροι της, μεταξύ των οποίων και ο αιτών, όπως κατέθεσε ο μάρτυρας των καθών η αίτηση και υπάλληλος της εταιρίας, ενώ σύμφωνα με το από 3.8.2009 ιδιωτικό συμφωνητικό που συνυπέγραψαν όλοι οι διάδικοι, η αξία της εταιρίας αποτιμήθηκε στο ποσό των 800.000 ευρώ.
Επομένως, από όλα τα παραπάνω, αποδείχθηκε η ομαλή λειτουργία της εταιρίας, η καλή πορεία των εταιρικών υποθέσεων και η τήρηση των εταιρικών υποχρεώσεων από τους καθών η αίτηση και, αντίστοιχα, η έλλειψη συνδρομής στο πρόσωπο του αιτούντος περιστατικών τέτοιων που, σύμφωνα με τον νόμο, να συνιστούν σπουδαίο λόγο για τη λύση της εταιρίας. Επομένως, παρέλκει η εξέταση της ένστασης καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος του αιτούντος, που προέβαλαν οι καθών η αίτηση. Κατόπιν τούτων, πρέπει να απορριφθούν αμφότερες οι αιτήσεις. Τα δικαστικά έξοδα του καθού στην υπό στοιχείο α” αίτηση θα επιβληθούν σε βάρος των αιτούντων, λόγω της ήττας τους, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρο 176 ΚΠολΔ). Τα δικαστικά έξοδα των καθών στην υπό στοιχείο β” αίτηση θα επιβληθούν σε βάρος του αιτούντος, λόγω της ήττας του, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρο 176 ΚΠολΔ).


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου