ΑΡΘΡΟ 116 & 205 ΚΠολΔ (ΧΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΟΙΝΕΣ)
Απόφαση 3978/2018 ΜονΕφΑθ
(...)
Περαιτέρω, στο σημείο τούτο πρέπει να επισημανθούν, ειδικότερα, τα ακόλουθα σε
σχέση με τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς των διαδίκων:
Κατά τη διάταξη του άρθρου 205
ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο
πρώτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α` 87 με έναρξη ισχύος, σύμφωνα με το
άρθρο ένατο § 4 του αυτού άρθρου και Νόμου, από 01-01-2016) «Ο Δικαστής αυτεπαγγέλτως, με την
οριστική απόφασή του, επιβάλλει
στον διάδικο ή στον νόμιμο αντιπρόσωπό του ή στο δικαστικό του πληρεξούσιο,
ανάλογα με την ευθύνη καθενός, χρηματική ποινή από χίλια (1.000,00) ευρώ έως δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500,00) ευρώ, που περιέρχεται στο
δημόσιο ως δημόσιο έσοδο, αν προκύψει από τη δίκη, που έγινε, ότι, αν και το
γνώριζαν: 1)
άσκησαν προφανώς αβάσιμη αγωγή, ανταγωγή ή παρέμβαση ή προφανώς αβάσιμο ένδικο
μέσο ή 2)
διεξήγαγαν τη δίκη παρελκυστικά ή δεν τήρησαν τους κανόνες των χρηστών ηθών ή
της καλής πίστης ή το καθήκον της αλήθειας. Αντίγραφο της απόφασης αυτής
γνωστοποιείται αμέσως στο Υπουργείο Οικονομικών με επιμέλεια της Γραμματείας».
Με τη διάταξη αυτή, η οποία εναρμονίζεται με το άρθρο 116
ΚΠολΔ, καθιερώνεται, αποκλειστικά για την εξασφάλιση της
διαδικαστικής τάξεως, χωρίς καμία επίδραση στο περιεχόμενο της αποφάσεως, η υποχρέωση του Δικαστηρίου και
όχι η διακριτική ευχέρεια αυτού, για την επιβολή χρηματικής ποινής, που
περιέρχεται στο Ταμείο Νομικών, ως ασφαλιστικό φορέα των νομικών επαγγελμάτων, εφόσον διαπιστωθεί δικονομική
συμπεριφορά, η οποία έχει αρνητική επενέργεια στην απονομή δικαιοσύνης.
Η διάταξη αναφέρεται στην άσκηση προφανώς αβάσιμης αγωγής, ανταγωγής, παρεμβάσεως ή ενδίκου
μέσου. Η απαρίθμηση, όμως, αυτή είναι ενδεικτική και πρέπει να γίνει δεκτό ότι, από το
όλο πνεύμα και το σκοπό της διατάξεως, καταλαμβάνει κάθε μορφής αίτηση παροχής έννομης
προστασίας. Ως προφανώς αβάσιμο, κατά την έννοια της διατάξεως, νοείται
το μέσο προστασίας, που ασκήθηκε, ενώ ήταν απαράδεκτο ή νομικώς ή ουσιαστικώς
αβάσιμο ή ισχυρισμός, που προτάθηκε, ενώ ήταν αναληθής. Το καθήκον αλήθειας
επεκτείνεται και στην άρνηση ισχυρισμών. Για την επιβολή της ποινής απαιτείται εν γνώσει
επιχείρηση των απαγορευμένων πράξεων και δεν αρκεί ο ενδεχόμενος δόλος και
ακόμη περισσότερο η βαριά αμέλεια. Η απόρριψη της αγωγής ή του ενδίκου μέσου ως
νόμω ή κατ’ ουσίαν αβάσιμου δεν υποδηλώνει και παράβαση της παραπάνω διάταξης
(ΑΠ 1443/ 2014, ΑΠ 738/2012, ΜΕφΑθ 4944/2015, δημοσιευμένες στην ΤΝΠ «Νόμος»). (...)
Περαιτέρω, στο σημείο τούτο πρέπει να επισημανθούν, ειδικότερα, τα ακόλουθα σε
σχέση με τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς των διαδίκων: Κατά τη διάταξη του άρθρου 205
ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο
πρώτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α` 87 με έναρξη ισχύος, σύμφωνα με το
άρθρο ένατο § 4 του αυτού άρθρου και Νόμου, από 01-01-2016) «Ο Δικαστής αυτεπαγγέλτως, με την
οριστική απόφασή του, επιβάλλει
στον διάδικο ή στον νόμιμο αντιπρόσωπό του ή στο δικαστικό του πληρεξούσιο,
ανάλογα με την ευθύνη καθενός, χρηματική ποινή από χίλια (1.000,00) ευρώ έως δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500,00) ευρώ, που περιέρχεται στο
δημόσιο ως δημόσιο έσοδο, αν προκύψει από τη δίκη, που έγινε, ότι, αν και το
γνώριζαν: 1)
άσκησαν προφανώς αβάσιμη αγωγή, ανταγωγή ή παρέμβαση ή προφανώς αβάσιμο ένδικο
μέσο ή 2)
διεξήγαγαν τη δίκη παρελκυστικά ή δεν τήρησαν τους κανόνες των χρηστών ηθών ή
της καλής πίστης ή το καθήκον της αλήθειας. Αντίγραφο της απόφασης αυτής
γνωστοποιείται αμέσως στο Υπουργείο Οικονομικών με επιμέλεια της Γραμματείας».
Με τη διάταξη αυτή, η οποία εναρμονίζεται με το άρθρο 116
ΚΠολΔ, καθιερώνεται, αποκλειστικά για την εξασφάλιση της
διαδικαστικής τάξεως, χωρίς καμία επίδραση στο περιεχόμενο της αποφάσεως, η υποχρέωση του Δικαστηρίου και
όχι η διακριτική ευχέρεια αυτού, για την επιβολή χρηματικής ποινής, που
περιέρχεται στο Ταμείο Νομικών, ως ασφαλιστικό φορέα των νομικών επαγγελμάτων, εφόσον διαπιστωθεί δικονομική
συμπεριφορά, η οποία έχει αρνητική επενέργεια στην απονομή δικαιοσύνης.
Η διάταξη αναφέρεται στην άσκηση προφανώς αβάσιμης αγωγής, ανταγωγής, παρεμβάσεως ή ενδίκου
μέσου. Η απαρίθμηση, όμως, αυτή είναι ενδεικτική και πρέπει να γίνει δεκτό ότι, από το
όλο πνεύμα και το σκοπό της διατάξεως, καταλαμβάνει κάθε μορφής αίτηση παροχής έννομης
προστασίας. Ως προφανώς αβάσιμο, κατά την έννοια της διατάξεως, νοείται
το μέσο προστασίας, που ασκήθηκε, ενώ ήταν απαράδεκτο ή νομικώς ή ουσιαστικώς
αβάσιμο ή ισχυρισμός, που προτάθηκε, ενώ ήταν αναληθής. Το καθήκον αλήθειας
επεκτείνεται και στην άρνηση ισχυρισμών. Για την επιβολή της ποινής απαιτείται εν γνώσει
επιχείρηση των απαγορευμένων πράξεων και δεν αρκεί ο ενδεχόμενος δόλος και
ακόμη περισσότερο η βαριά αμέλεια. Η απόρριψη της αγωγής ή του ενδίκου μέσου ως
νόμω ή κατ’ ουσίαν αβάσιμου δεν υποδηλώνει και παράβαση της παραπάνω διάταξης
(ΑΠ 1443/ 2014, ΑΠ 738/2012, ΜΕφΑθ 4944/2015, δημοσιευμένες στην ΤΝΠ «Νόμος»).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
(...) Επιβάλλει σε βάρος των εναγόντων-εκκαλούντων και του
πληρεξουσίου Δικηγόρου τους χρηματική ποινή ποσού χιλίων (1.000,00) ευρώ,
επιμεριζόμενη συμμέτρως μεταξύ αυτών, ως ποινή τάξης για παράβαση των χρηστών
ηθών, της καλής πίστης και του καθήκοντος αλήθειας, η οποία θα περιέλθει στο
ελληνικό δημόσιο ως δημόσιο έσοδο.
Επιβάλλει σε βάρος της
εναγόμενης-εφεσίβλητης και της πληρεξούσιας Δικηγόρου της χρηματική ποινή ποσού
χιλίων (1,000,00) ευρώ, επιμεριζόμενη συμμέτρως μεταξύ αυτών, ως ποινή τάξης
για παράβαση των χρηστών ηθών, της καλής πίστης και του καθήκοντος αλήθειας, η
οποία θα περιέλθει στο Ελληνικό Δημόσιο ως δημόσιο έσοδο.
Διατάσσει την άμεση
γνωστοποίηση αντιγράφου της παρούσας απόφασης στο Υπουργείο Οικονομικών με
επιμέλεια της Γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου.
Επιβάλλει σε βάρος των
εναγόντων-εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης - εφεσίβλητης για τον
παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700,00)
ευρώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου